- ἐκστατικούς
- ἐκστατικόςinclined to depart frommasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κυβέλη — I Θεότητα της Φρυγίας και της Λυδίας κατά την αρχαιότητα, η λατρεία της οποίας εξαπλώθηκε και στον ελλαδικό χώρο. Επρόκειτο για ένα ανώτατο ον θηλυκού γένους, ένα ασιατικό αντίστοιχο της Μεγάλης Μητέρας Θεάς. Περιστοιχιζόταν από τον Ουρανό, τον… … Dictionary of Greek
Αντζέλικο, Φρα (Μπεάτο Τζιοβάνι) — (Il Beato Fra Giovanni Angelico, Βίκιο ιν Μουτζέλο, Φλωρεντία 1400; – Ρώμη 1455). Ιταλός ζωγράφος. Ο Φρα Τζιοβάνι ντα Φιεζόλε, στον αιώνα του γνωστός ως ΓκουίντοΓκουιντολίνοντι Πιέτρο, επονομάστηκε Α. (δηλαδή αγγελικός) για την εξαιρετική χάρη… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή … Dictionary of Greek
Κορύβαντες — Μυθολογικά πρόσωπα. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν δαίμονες που συνδέονταν με τη λατρεία της φρυγικής θεάς Κυβέλης. Η κορυβαντική λατρεία ήταν μυστηριακού τύπου, ενώ γίνονταν δεκτοί σε αυτήν μόνο όσοι είχαν υποβληθεί στη διαδικασία μύησης. Οι… … Dictionary of Greek
Πολόνσκι, Γιάκοφ Πέτροβιτς — (Ριαζάν 1819 – Πετρούπολη 1898). Ρώσος ποιητής. Δεν έμεινε ξένος προς τα κοινωνικά προβλήματα της Ρωσίας στην εποχή του. Από το 1840 περίπου, μαζί με το Φετ Σενσίν και τον Μάικοφ, ήταν από τους υποστηρικτές της καθαρής ποίησης. Στη μακρόχρονη… … Dictionary of Greek
Προυδέντιος Κλήμης, Αυρήλιος — (Aurelius Prudentius Clemens, Ισπανία Ταρακονένσε περ. 348 – ; μετά το 405). Λατίνος χριστιανός ποιητής. Έγραψε μερικά διδακτικά έργα με χαρακτήρα αλληγορικό (Ψυχομαχία), καθώς και απολογητικά (Κατά του Συμμάχου) ή πολεμικά ενάντια ορισμένων… … Dictionary of Greek